Σαν
μια εισαγωγή στο άρθρο που ακολουθεί, δηλώνω ότι δεν είμαι ούτε υπήρξα
ποτέ αριστερός. Με εκφράζει περισσότερο μια φιλελεύθερη ιδεολογία, η
οποία όμως ποτέ δεν με εμπόδισε να τιμωρήσω με την ψήφο μου ή να
επικρίνω δημόσια οποιοδήποτε κόμμα είχα ψηφίσει οσάκις αυτό δεν τήρησε
βασικές προεκλογικές του υποσχέσεις. Τέλος, αξίζει να λεχθεί ότι το
παρόν άρθρο δεν έγινε δεκτό για δημοσίευση από τέσσερις μεγάλες
εφημερίδες της χώρας. Ο πιθανότερος λόγος θα γίνει αντιληπτός
διαβάζοντας παρακάτω.
Γενικά δεν αμφισβητείται ότι τα αίτια της χειρότερης οικονομικοκοινωνικής κρίσης που περνάει μεταπολεμικά η χώρα μας βρίσκονται στις παθογένειες του ελληνικού κράτους και ότι η κρίση αυτή μοιάζει με μια βαριά νόσο που για την οριστική της θεραπεία απαιτείται να αντιμετωπιστούν τα αίτια που την προκάλεσαν. Αν και γενικώς γνωστά, τα αίτια αυτά αξίζει να συνοψιστούν γιατί αφορούν τις διαρθρωτικές αλλαγές που τόσο οι πρόσφατοι δανειστές μας όσο και κάθε σκεπτόμενος Έλληνας απαιτεί και που δυστυχώς παραμένουν το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα μας.
Δεν πρωτοτυπούμε λέγοντας πως η φοροδιαφυγή αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες της κρίσης, όχι όμως και τη μοναδική. Σημειωτέον πως με τη
φοροδιαφυγή σχετίζεται και η εξαγωγή
κεφαλαίων στο εξωτερικό, η οποία τελευταία αυξήθηκε και επεκτάθηκε λόγω
της ανασφάλειας πολλών, όχι κατ’ ανάγκη φοροφυγάδων, από τον κίνδυνο
χρεοκοπίας της χώρας μας. Πιστεύουμε ότι στην Ελλάδα η φοροδιαφυγή
ξεπερνάει κατά πολύ αυτή άλλων χωρών λόγω: (α) ανεπάρκειας του
φοροεισπρακτικού μας μηχανισμού, (β) αναποτελεσματικής δικαιοσύνης που
δεν λειτουργεί αποτρεπτικά και (γ) περιστασιακής και συνεχώς
μεταβαλλόμενης νομοθεσίας, συχνά άδικης προς τον νομοταγή πολίτη και
ευνοϊκής προς τον φοροφυγά. Έτσι, η φοροδιαφυγή εξαπλώνεται σε ευρύτερα
στρώματα, θεωρούμενη από πολλούς ως «νόμιμη» άμυνα απέναντι σε ένα άδικο
και εχθρικό κράτος.Γενικά δεν αμφισβητείται ότι τα αίτια της χειρότερης οικονομικοκοινωνικής κρίσης που περνάει μεταπολεμικά η χώρα μας βρίσκονται στις παθογένειες του ελληνικού κράτους και ότι η κρίση αυτή μοιάζει με μια βαριά νόσο που για την οριστική της θεραπεία απαιτείται να αντιμετωπιστούν τα αίτια που την προκάλεσαν. Αν και γενικώς γνωστά, τα αίτια αυτά αξίζει να συνοψιστούν γιατί αφορούν τις διαρθρωτικές αλλαγές που τόσο οι πρόσφατοι δανειστές μας όσο και κάθε σκεπτόμενος Έλληνας απαιτεί και που δυστυχώς παραμένουν το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα μας.
Δεν πρωτοτυπούμε λέγοντας πως η φοροδιαφυγή αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες της κρίσης, όχι όμως και τη μοναδική. Σημειωτέον πως με τη
Η κατάσταση αυτή αλλά και γενικότερα η σημερινή μας παρακμή οφείλεται σε μια σειρά από παθογένειες της ελληνικής πολιτείας, τη βασική ευθύνη για τις οποίες φέρουν κυρίως όσοι κυβέρνησαν τη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Μερίδιο ευθύνης, φυσικά μικρότερο, αναλογεί και στον ελληνικό λαό που τους εξέλεξε. Σημειωτέον πως στη δημιουργία και τη διατήρηση των παθογενειών αυτών συνέβαλαν σημαντικά και συνδικαλιστές που εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να δίνουν μάχη «χαρακωμάτων» εναντίον κάθε προσπάθειας εκσυγχρονισμού.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε πει κάποτε: «Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας είναι πρόβλημα πολιτικό και όχι οικονομικό». Το ίδιο αναγνώριζε ο Κώστας Καραμανλής όταν υποσχόταν την «επανίδρυση του κράτους», ενώ το ίδιο πιστεύουν οι δανειστές μας όταν επιμένουν για δομικές αλλαγές. Είναι όμως απογοητευτικό ότι παρά τις πιέσεις και τους ελέγχους των δανειστών μας, οι βασικές επιτυχίες των κυβερνήσεων Παπανδρέου και Σαμαρά περιορίστηκαν κυρίως σε ένα βραχύβιο πλεόνασμα του ισοζυγίου, που προήλθε κυρίως από οριζόντιες περικοπές μισθών, συντάξεων και κοινωνικών δαπανών και από αυξήσεις φόρων, επεμβάσεις δηλαδή που μπορούσαν να γίνουν χωρίς πολλή σκέψη. Η οποιαδήποτε πρόοδος στην εξάλειψη των παθογενειών του κράτους που θα θωράκιζε μόνιμα τη χώρα μας είναι ελάχιστη. Έτσι τα σκληρά μέτρα λιτότητας αλλά και η απογοήτευση πολλών Ελλήνων ως προς το θέμα αυτό εξηγούν πλήρως τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών με την εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ από το 5-6% στο εντυπωσιακό 37%.
Ως σημαντικότερες λοιπόν αιτίες για τη σημερινή κρίση και παρακμή θεωρούμε συνοπτικά τις εξής:
* Άστοχες συνταγματικές διατάξεις και απαράδεκτες, «α λα καρτ» ερμηνείες τους.
* Ένα κατ’ επίφαση δημοκρατικό πολίτευμα, χωρίς ουσιαστική διάκριση των εξουσιών και χωρίς δικλείδες ασφαλείας για την ομαλή λειτουργία του.
* Αναποτελεσματική δικαιοσύνη και εξάρτηση από την εκτελεστική εξουσία.
* Αδυναμία συνεργασίας των κομμάτων για μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ακόμα και σε θέματα μείζονος εθνικής σημασίας.
* Διοικητική ασυνέχεια, με ένα αδιάκοπο ράβε – ξήλωνε στη νομοθεσία μας όχι μόνο όταν αλλάζουν κυβερνήσεις αλλά και όταν αλλάζουν υπουργοί.
* Προχειρότητα και «φωτογραφικές ρυθμίσεις» (νυχτερινές τροπολογίες) στο νομοθετικό έργο.
* Παράλειψη, χωρίς συνέπειες, εφαρμογής νόμων.
* Παντελής έλλειψη αξιοκρατίας σε όλα τα επίπεδα της Δημόσιας Διοίκησης.
* Μεγάλο έλλειμμα λογοδοσίας των διοικούντων.
Οι παθογένειες αυτές οδήγησαν σε:
* Δημιουργία ενός διογκωμένου, γραφειοκρατικού, ανυπόληπτου και αναποτελεσματικού κράτους πελατειακών σχέσεων, με εκτεταμένη διαφθορά. Το περιβάλλον αυτό αποτελεί τροχοπέδη για την καινοτομία, δημιουργία νέων επιχειρήσεων, προσέλκυση επενδύσεων κ.λπ. Ταυτόχρονα, έχει εκθρέψει μια πανίσχυρη ολιγαρχία διαπλοκής, η οποία λυμαίνεται τον ελληνικό πλούτο με τη συνδρομή πολιτικών ανδρών που αυτή στηρίζει και με σύμμαχο αρκετά ΜΜΕ που ελέγχει.
* Εκτεταμένη ατιμωρησία των πολιτικά και οικονομικά ισχυρών που οφείλεται: (α) σε νομοθετικά «παράθυρα» ή παραλείψεις, (β) σε χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες που συχνά καταλήγουν στην παραγραφή, (γ) σε παρεμβάσεις στο έργο της Δικαιοσύνης και (δ) στη μη εφαρμογή των νόμων, ιδίως αν οι παραβάσεις γίνονται ομαδικά.
* Κατασπατάληση κοινοτικών πόρων λόγω έλλειψης σχεδιασμού και ελέγχων.
* Μεγάλες οικονομικές στρεβλώσεις με μισθολογικές ανισότητες σε Δημόσιο και Οργανισμούς, παροχές προνομίων σε ισχυρά συνδικάτα ή ομάδες.
* Συνεχή υποβάθμιση της Παιδείας με ένα απερίγραπτο ράβε – ξήλωνε μεταρρυθμίσεων.
* Μείωση της παραγωγής και παραγωγικότητας.
* Υπερδανεισμό, υπερχρέωση, σημερινή κρίση.
Δυστυχώς, όσες προσπάθειες καταβλήθηκαν στο παρελθόν για να αντιμετωπιστούν κάποιες από τις ανωτέρω παθογένειες απέτυχαν. Αυτό το γνωρίζουν οι δανειστές μας και έτσι απαίτησαν την αντιμετώπιση πολλών από αυτές στα επαχθή Μνημόνια του δανεισμού μας στα χρόνια της κρίσης. Ο κ. Τσίπρας, παρά τους όποιους λανθασμένους χειρισμούς που και ο ίδιος παραδέχθηκε, με την εξαιρετικά επώδυνη επιλογή του έσωσε (προσωρινά) τη χώρα μας από βέβαια καταστροφή και ανεδείχθη σε ηγέτη πέρα από τα στενά όρια του κόμματός του. Το μεγάλο ερώτημα τώρα είναι: Υπάρχει η θέληση αλλά και η ικανότητα για τις συγκρούσεις όχι μόνο με συμφέροντα και πρακτικές δεκαετιών άλλα και με φίλους της κυβέρνησης, που οι «σαρωτικές αλλαγές» απαιτούν και ο ελληνικός λαός περιμένει; Αν ο κ. Τσίπρας πετύχει, θα καταλάβει μια επίζηλη θέση στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία. Αν αποτύχει, το μέλλον μας θα είναι δυσοίωνο. Ίδωμεν…
* Ο Σταύρος Α. Αναγνωστόπουλος είναι διπλωματούχος ΕΜΠ, Sc.D. ΜΙΤ, ομότιμος καθηγητής Παν/μίου Πατρών
HEC Director
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα μηνύματα που δημοσιεύονται στο χώρο αυτό εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους. Το ιστολόγιο μας δεν υιοθετεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο τις απόψεις αυτές. Ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζει την γνώμη του, όποια και να είναι αυτή.
Παρακαλούμε να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες, επίσης οι σχολιασμοί σας να μη ξεφεύγουν από τα όρια της ευπρέπειας.
Σχόλια τα οποία περιέχουν ύβρεις, θα διαγράφονται.
Τα σχόλια πλέον ελέγχονται από τους διαχειριστές του ιστολογίου, γιαυτό θα υπάρχουν καθυστερήσεις στην εμφάνιση τους. Γενικά γίνονται όλα αποδεχτά, εκτός από αυτά που είναι διαφημίσεις ή απάτες.
Σας ευχαριστούμε για την κατανόηση.
(επικοινωνία:eleftheroi.ellines@gmail.com)