Η
χρεοκοπία της κάποτε σπουδαίας πόλης του Ντιτρόιτ έρχεται λίγα χρόνια
μετά από τη χρεοκοπία της General Motors, τον θρυλικό κατασκευαστή
αυτοκινήτων της Motown. Και οι δύο αυτές χρεοκοπίες απορρέουν από
δεκαετίες συσσωρευμένων αποτυχιών, συμπεριλαμβανομένης της αποτυχίας να
αποδεχθούν νωρίτερα την πραγματικότητα.
Συμβολίζουν
επίσης το μεγάλο πλεονέκτημα που έχουν οι ΗΠΑ σε σχέση με την Ευρώπη:
τη μεγαλύτερη προθυμία να εγκαταλείψουν τους στόχους που δεν έχουν πλέον
καμία ελπίδα ώστε να υπάρξει χώρος ανάπτυξης για πιο επιτυχημένες
δραστηριότητες. Η ικανότητα να αφήνουν τις καταδικασμένες επιχειρήσεις
να πεθαίνουν αποτελεί σημάδι δύναμης και όχι αδυναμίας. Αν η Ευρώπη –και
ιδίως η ευρωζώνη- θέλει να βγει από την κρίση, θα πρέπει να υιοθετήσει
την αμερικανικού τύπου αυστηρότητα.
Είναι
φυσικό να υπάρχει αναταραχή όταν καταρρέουν εταιρείες-κολοσσοί. Το
παθητικό της GM ανήλθε σε $172 δις. Η πόλη που φιλοξενούσε την έδρα της
εταιρείας αντιμετωπίζει χρέη πιθανού ύψους $20 δις, σύμφωνα με τον
έκτακτο διαχειριστή που ορίστηκε για την πόλη του Ντιτρόιτ, Κέβιν Ορ.
Μεγάλο μέρος αυτού του ποσού αντιπροσωπεύει χρέη που βαρύνουν ανθρώπους
οι οποίοι ήταν σίγουροι ότι οι απαιτήσεις τους θα ικανοποιούνταν. Αυτό
είναι χωρίς αμφιβολία άδικο· και δε μπορεί κανείς να κατηγορήσει τους
πιστωτές επειδή κάνουν ότι μπορούν για να πάρουν τα χρήματά τους πίσω,
όπως θέλουν τώρα και τα συνδικάτα να κάνει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Σε
γενικές γραμμές, πάντως, οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να αφήσουν τα
πράγματα να εξελιχθούν φυσικά· τουλάχιστον, σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι
στην Ευρώπη. Δεν ήταν πάντα έτσι –η περιβόητη φράση «drop dead» την
οποία είπε ο Τζέραλντ Φορντ απευθυνόμενος στο λαό της Νέας Υόρκης (την
οποία δεν είπε ποτέ στην πραγματικότητα) το 1975 κατέληξε σε δάνειο
στήριξης. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, οι ΗΠΑ έχουν οδηγήσει τράπεζες
(Lehman Brothers και πολλές άλλες μικρότερες), πολλούς συστημικούς
οργανισμούς (αυτοκινητοβιομηχανίες) και πολλές τοπικές κυβερνήσεις στη
χρεοκοπία.
Στην
Αμερική όμως, η αυστηρότητα αυτή συμβαδίζει με την αγάπη. Στις ΗΠΑ, η
ανάληψη ρίσκου και η αποτυχία δε συνεπάγονται το τέλος: Θεωρείται τιμή
το να μπορέσει κανείς να ξανασταθεί στα πόδια του. Η χρεοκοπία προσφέρει
μία νέα ευκαιρία και, βάσει νοοτροπίας και πολιτιστικής παράδοσης, η
αγαπημένη απάντηση είναι «συνέχισε να πολεμάς». Ο αμερικανικός
οικονομικός δυναμισμός οφείλει πολλά σε αυτή τη νοοτροπία που συγχωρεί
το να παίρνεις ρίσκα.
Οι
Ευρωπαίου αντιμετωπίζουν πολύ πιο αρνητικά τη χρεοκοπία από ηθικής
άποψης. Παραδοσιακά, η χρεοκοπία συνδέεται με την αναξιοπιστία –μία
ντροπή που πρέπει κανείς να την κρύψει εγκαταλείποντας για πάντα την
επιχειρηματική δραστηριότητα, ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει
να εγκαταλείψει ολόκληρη τη ζωή του. Αυτό φαίνεται ακόμα, στους
αρχαϊκούς κανόνες της 12ετούς περιόδου πτώχευσης της Ιρλανδίας (η οποία
επιτέλους μεταρρυθμίζεται).
Παραδόξως,
αυτή η αλλεργία στις αποτυχίες δεν οδηγεί σε μικρότερη ανάληψη
κινδύνων, αλλά σε πολιτικές οι οποίες διασώζουν όσους αναλαμβάνουν
μεγάλους κινδύνους και χάνουν. Για την Ευρώπη, η ιδέα της χρεοκοπίας
είναι τόσο αβάσταχτη που, στην παρούσα κρίση, προτιμά να καλύπτει τα
χρέη των χρεοκοπημένων. Ως αποτέλεσμα αυτού, φυσικά υποφέρει.
Αυτό ήταν
ξεκάθαρο στην περίπτωση της Ελλάδας. Οι πιστώτριες χώρες επέμειναν ότι
το ενδεχόμενο της διάσωσης ήταν μη αποδεκτό. Αλλά, το ενδεχόμενο ότι ένα
ευρωπαϊκό κράτος θα μπορούσε να μην αποπληρώσει τα χρέη του ήταν ακόμη
λιγότερο αποδεκτό. Έτσι, τα δάνεια από την ευρωζώνη –και το Διεθνές
Νομισματικό Ταμείο το οποίο εκφοβίστηκε ώστε να συμμετάσχει- δαπανήθηκαν
για να αναβληθεί η τελική ημέρα της κρίσης.
Το ίδιο
συνέβη και με τις τράπεζες. Το 2010, η ιρλανδική κυβέρνηση έκανε ότι
μπορούσε για να κλείσει τις τρύπες στους ισολογισμούς των τραπεζών με
χρήματα των φορολογουμένων αντί να τις κηρύξει χρεοκοπημένες, να
προστατεύσει τους λιανικούς καταθέτες και να αφήσει τους πιστωτές να
μαζέψουν τα σπασμένα. Όταν το Δουβλίνο συνειδητοποίησε ότι δεν είχε
αρκετό κεφάλαιο για να ολοκληρώσει τη δουλειά, οι εταίροι του στην
ευρωζώνη το έσυραν στον δανεισμό από τους ίδιους, ώστε να συνεχιστεί η
διάσωση. Αυτή η αποστροφή στη χρεοκοπία παραμόρφωσε την πολιτική προς
τις τράπεζες στην Ισπανία, και σε άλλες χώρες.
Η
πραγματικότητα έχει πλέον αναγκάσει τους Ευρωπαίους να αλλάξουν γνώμη,
όπως γίνεται συνήθως τελικά. Πραγματοποιήθηκε τελικά αναδιάρθρωση του
κρατικού χρέους στην Ελλάδα –αλλά με τόση καθυστέρηση που το μεγαλύτερο
μέρος του πλεονεκτήματός της έχει πλέον χαθεί, και με το πρόσχημα ότι η
συμμετοχή ήταν εθελοντική για τους ομολογιούχους. Στην Κύπρο, αν και τα
ποσά ήταν μικρά, η προοπτική διάσωσης των Ρώσων καταθετών ήταν
υπερβολικά μεγάλη για να την αντέξει το στομάχι των βορειοευρωπαίων.
Αλλά,
ακόμη και αυτά τα διδάγματα, χρειάζονται χρόνο για να αφομοιωθούν. Οι
ΗΠΑ έδωσαν στον εαυτό τους την ισχύ να εκκαθαρίζουν σταδιακά τις μεγάλες
τράπεζες και να επιβάλλουν απώλειες στους πιστωτές, το 2010. Οι
περισσότερες κυβερνήσεις της ΕΕ δεν έχουν περάσει ακόμα την κρίσιμη αυτή
νομοθεσία. Θα περάσουν χρόνια μέχρι να αναγκαστούν να το πράξουν από
τις Βρυξέλλες, ακόμα και αν έχει συμφωνηθεί το «bail-in» επί της αρχής.
Είναι
άγνωστο από πόσους μπελάδες θα μπορούσε να είχε γλιτώσει η ευρωζώνη εάν
είχε ασπαστεί εξ’ αρχής την αναδιάρθρωση του χρέους ως ρεαλιστική
πολιτική. Τα χρόνια της χαμένης ανάπτυξης που έχουν ήδη σπαταληθεί –σε
σχέση με τη μέτρια αλλά αξιοπρεπή έξοδο των ΗΠΑ από την κρίση –οφείλεται
εν μέρει στο πρόβλημα χρέους που εξακολουθεί να υπάρχει στην Ευρώπη.
Καθώς μειώνονται σημαντικά οι ισορροπίες χρέους στις ΗΠΑ, ο κόσμος
αρχίζει και πάλι να δαπανά. Η Ευρώπη μένει πίσω από τράπεζες που
προσπαθούν να ισορροπήσουν σε κεφαλαιακά μαξιλάρια τα οποία είναι πολύ
λεπτά για να τις στηρίξουν –το αποτέλεσμα της άρνησης να μετατρέψουν τα
δάνεια σε ίδια κεφάλαια, όταν οι άλλες πηγές κεφαλαίων στερεύουν.
Η Ευρώπη
θα μπορούσε να απαντήσει λέγοντας ότι η χειρότερη χρεοκοπία από όλες
–αυτή της Lehman Brothers- έδειξε τη ζημιά που προκάλεσε η προθυμία των
ΗΠΑ να εγκαταλείψουν την Τράπεζα. Το επιχείρημα είναι δίκαιο. Ωστόσο,
Αμερικανοί και Ευρωπαίοι, έβγαλαν διαφορετικά συμπεράσματα και από αυτή
την περίπτωση. Οι ΗΠΑ προσπαθούν να βάλουν ένα τέλος στο «πολύ μεγάλοι
για να καταρρεύσουν» (αλλά έχουν ακόμα πολύ δρόμο). Μέχρι την περίπτωση
της Κύπρου, η Ευρώπη έκανε ακριβώς το αντίθετο, αντιμετωπίζοντας ακόμη
και τις μικρότερες τράπεζες με τέτοιο τρόπο, λες και η πτώχευσή τους θα
ήταν τόσο καταστροφική όσο και της Lehman.
Ο Φράνσις
Σκοτ Φιτζέραλντ είχε γράψει: «Κάποτε πίστευα ότι δεν υπάρχει δεύτερη
πράξη στη ζωή των Αμερικάνων. Σίγουρα όμως, υπήρξε δεύτερη πράξη στις
ημέρες άνθησης της Νέας Υόρκης». Ο Φιτζέραλντ είχε κατά νου το Κραχ του
1929 που ακολούθησε τη φρενήρη δεκαετία του 1920. Η Ευρώπη πρέπει να
πάρει το μάθημα που τις έχει δείξει η Αμερική, πάμπολλες φορές: πρέπει
να επιτρέψει στη δεύτερη πράξη να λάβει χώρα, και τότε μπορεί να
ακολουθήσει και η τρίτη πράξη, όπως έγινε για την GM, και όπως είναι
σίγουρο ότι θα γίνει για την πόλη του Ντιτρόιτ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα μηνύματα που δημοσιεύονται στο χώρο αυτό εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους. Το ιστολόγιο μας δεν υιοθετεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο τις απόψεις αυτές. Ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζει την γνώμη του, όποια και να είναι αυτή.
Παρακαλούμε να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες, επίσης οι σχολιασμοί σας να μη ξεφεύγουν από τα όρια της ευπρέπειας.
Σχόλια τα οποία περιέχουν ύβρεις, θα διαγράφονται.
Τα σχόλια πλέον ελέγχονται από τους διαχειριστές του ιστολογίου, γιαυτό θα υπάρχουν καθυστερήσεις στην εμφάνιση τους. Γενικά γίνονται όλα αποδεχτά, εκτός από αυτά που είναι διαφημίσεις ή απάτες.
Σας ευχαριστούμε για την κατανόηση.
(επικοινωνία:eleftheroi.ellines@gmail.com)